Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2013

Από την απόφαση στην πράξη... κάτι χρόνια δρόμος

Πώς να πείσεις για την αλήθεια σου όταν δεν μπορείς να την τεκμηριώσεις; But then again, γιατί να πείσεις για την αλήθεια σου; Γιατί να μην την μοιραστείς απλώς, αφήνοντας επιτέλους στους άλλους την ελευθερία της επιλογής: να την πιστέψουν ή να μην την πιστέψουν; Βρε παλιοcontrolling freak, πότε θα σταματήσεις να αντιμετωπίζεις τους ανθρώπους ως project και θα αντιληφθείς ότι ουσία -και όχι στη θεωρία- είναι ισότιμοι μ' εσένα; Πότε θα πάψεις να θες να τους σώσεις από τον εαυτό τους και θα εστιάσεις στη δική σου σωτηρία; Από τον εγωισμό, τις ανασφάλειες, τις εμμονές και τις ψευδαισθήσεις σου;

Έπειτα από πολύ καιρό που στο κεφάλι της είχε βαβούρα, που διάφορες φωνές μιλούσαν ταυτόχρονα και δεν έβγαζε άκρη τι έλεγαν παρά μόνο έπιανε σκόρπιες λέξεις, σιγά σιγά διαφαινόταν μπροστά της η ξαστεριά. Ω σίγουρα, είχε πολλά αστέρια ο ουρανός! Άλλα φαίνονταν πιο αχνά, έπρεπε να μισοκλείσεις τα μάτια και να εστιάσεις το βλέμμα για να αντιληφθείς την ύπαρξή τους, κι άλλα κορδώνονταν μέσα στην αστραφτερή τους φορεσιά. Τουλάχιστον, όμως, γίνονταν σταδιακά, διακριτά μεταξύ τους. Έπαυαν να συνθέτουν μια φωτεινή μπάλα με πιο λαμπερές και πιο σκοτεινές περιοχές. Έτσι και οι σκέψεις της και οι ερωτήσεις της. Άρχιζαν να αποκτούν καθεμία τη δική της υπόσταση. Με αρχή σε κεφαλαίο γράμμα και τέλος σε εωτηματικό. Ή τελεία. Ενίοτε και σε θαυμαστικό. Σπανιότερα, σε αποσιωπητικά. Άρχιζαν να αποσπώνται από περιόδους 15 γραμμών, όπου αποτελούσαν προτάσεις χωρισμένες μεταξύ τους με κόμματα. Εκείνες τις περιόδους που τις διαβάζεις και τις ξαναδιαβάζεις για να καταλάβεις το νόημα, αλλά το μόνο που καταλαβαίνεις στο τέλος είναι ότι σε κούρασαν, ενώ το νόημα πάει για silver alert...


Την προηγούμενη μέρα είχε κάνει την πρώτη συνεδρία της ζωής της με ψυχολόγο. Την απόφαση την πήρε αφού τη χτύπησαν πρώτα σκοτοδίνη, κρίση πανικού και μια... μπανιέρα την οποία αισθάνθηκε σαν καταφύγιο. Μα, μπανιέρα; Να χώνεσαι μέσα της, να τυλίγεις τα χέρια σου γύρω από τα πόδια σου και να κλαις σαν κινηματογραφικό κλισέ; Όχι. Είσαι καλύτερη απ' αυτό. Είσαι καλύτερη απ' όλα αυτά... Ναι, αυτά σκέφτηκε και έκανε πράξη μια απόφαση που είχε περάσει από το μυαλό της πολλές φορές στη διάρκεια της ζωής της, αλλά δεν υλοποιούνταν ποτέ.

Δεν ήξερε πόσο (και για πόσο) τη χρειαζόταν αυτή τη διαδικασία. Αυτό έμενε να αποδειχτεί μόνο του και στην πραγματικότητα τής ήταν επουσιώδες μπροστά στη μεγάλη αποκάλυψη που είχε ήδη συντελεστεί. Ότι ο εγωισμός της της θόλωνε την κρίση. Ότι η ανασφάλειά της μήπως δεν γίνει αποδεκτή αν πληγώσει τον όποιο απέναντί της, την οδηγούσε να πληγώνει διαρκώς τον εαυτό της. Ότι η εμμονή της να τρέχει σαν λαγός, της στερούσε τη σοφία του slow pacing της χελώνας. Κι ότι οι ψευδαισθήσεις μεγαλείου της ήταν και η κύρια πηγή του ενοχικού της συνδρόμου. Πώς να μην έχεις ενοχές όταν βασίζεις τη ζωή σου σε μία ψευδαίσθηση, που την αντιλαμβάνεσαι ως ψευδαίσθηση κι όμως εξακολουθείς να τη μυθοποιείς; Οι ενοχές της δεν ήταν απέναντι στους άλλους, όσο απέναντι στον εαυτό της. Ήξερε ότι ήταν καλύτερη απ' όλα αυτά κι όμως αντί να είναι περήφανη για τον καλύτερό της εαυτό, υποκλινόταν με δουλοπρέπεια στην ψευδαίσθηση ένος τάχα μου μεγαλείου...

Μέχρι να κάνει την απόφαση πράξη, η "αποκάλυψη" λειτουργούσε υπογείως. Την είχε οδηγήσει να κάνει amends, όταν χρειαζόταν. Back off, όταν απαιτείτο. Και να συστηθεί σε ανθρώπους με μεγαλύτερη εντιμότητα. Όλα αυτά όμως, τα είχε κάνει ασυνείδητα. Η απόφαση να ξεκινήσει συνεδρίες σηματοδοτούσε ένα νέο επίπεδο συνειδητότητας. Ένα επίπεδο στο οποίο αντιλαμβανόταν ότι δεν θα επέτρεπε πλέον στην περηφάνια της να σταθεί εμπόδιο στο να ζητήσει βοήθεια, όταν, όπως και απ' όποιον χρειαζόταν. Και κυρίως, ότι εκείνη δεν ήταν το δώρο του Θεού προς τους ανθρώπους, παρά μόνο όσο και οι άνθρωποι δίπλα της ήταν το δώρο του Θεού προς εκείνη...

Χρειαζόταν τους ανθρώπους της όσο τη χρειάζονταν κι εκείνοι. Κι αυτή η παραδοχή δεν ταυτιζόταν πια στα μάτια της με αδυναμία. Αντιθέτως, την έκανε να αισθάνεται πιο δυνατή.
Ώρα, επιτέλους, για αισιοδοξία. Ξανά.